Δημήτρης Καραΐσκάκης
“Έλθετε προς με, πάντες οι κοπιώντες και πεφορτισμένοι, και εγώ θέλω σας αναπαύσει. Άρατε τον ζυγόν μου εφ' υμάς και μάθετε απ' εμού, διότι πράος είμαι και ταπεινός την καρδίαν, και θέλετε ευρεί ανάπαυσιν εν ταις ψυχαίς υμών·διότι ο ζυγός μου είναι καλός και το φορτίον μου ελαφρόν.” Κατά Ματθαίον ια΄28-30.
“Έλθετε προς με, πάντες οι κοπιώντες και πεφορτισμένοι, και εγώ θέλω σας αναπαύσει. Άρατε τον ζυγόν μου εφ' υμάς και μάθετε απ' εμού, διότι πράος είμαι και ταπεινός την καρδίαν, και θέλετε ευρεί ανάπαυσιν εν ταις ψυχαίς υμών·διότι ο ζυγός μου είναι καλός και το φορτίον μου ελαφρόν.” Κατά Ματθαίον ια΄28-30.
Αυτό το μήνα θα μας δώσει την μαρτυρία του ο αδελφός μας Δημήτρης Καραΐσκάκης.
Αδελφέ Δημήτρη, δεν το γνώριζα ότι είσαι σε πένθος -μόλις μου είπες ότι πριν λίγους μήνες έχασες τον γιό σου- όμως ευχαριστούμε τον Θεό για την χάρη που σου δίνει να ομολογείς το όνομα Του.
Ναι αδελφέ μου, και δεν είναι μόνο το πένθος, είναι και η μοναξιά που βιώνω αυτή την εποχή, είναι πολλές οι θλίψεις μου. Είναι όμως μια διαφυγή για μένα αυτή η ομολογία, είναι από τον Κύριο πιστεύω. Θα ήθελα να ξεκινήσω με ένα εδάφιο που λέει: “Έλθετε προς με πάντες οι κοπιώντες και πεφορτισμένοι κι Εγώ θέλω σας αναπαύσει...” Όταν είχα αρχίσει να ακούω το ευαγγέλιο, με αυτό το εδάφιο ο Κύριος με κάλεσε και σύντριψε την καρδιά μου.
Να το βάλουμε στην αρχή της ομολογίας.
Ναι, βάλτο αν μπορείς. Να πω λοιπόν ότι γεννήθηκα το 1958 σε ένα χωριό της Αιτωλοακαρνανίας, το Χαλκιόπουλο, σε μια οικογένεια πολυμελή. Δύο οι γονείς μου κι έχω άλλες έξι αδελφές - εγώ είμαι ο μοναχογιός. Αν και δεν στερηθήκαμε ποτέ το φαγητό, μεγαλώσαμε με φτώχεια. Δεν είχαμε τότε ούτε ρεύμα, μεγαλώσαμε με ένα τζάκι για θέρμανση και μια λάμπα πετρελαίου για να διαβάζουμε. Δουλειά ξεκινάγαμε από έξι χρονών. Εγώ ασχολιόμουν με τα πρόβατα και βέβαια για ένα παιδί έξι χρονών είναι πολύ δύσκολο να φυλάει πενήντα πρόβατα μέσα στο κρύο, αλλά έτσι γίναμε άτομα υπεύθυνα που να μπορούμε να ανταπεξέλθουμε στις δυσκολίες της ζωής.
Με τον Θεό είχατε κάποια σχέση σαν οικογένεια;
Η μητέρα μου ήτανε ένας πολύ θεοσεβούμενος άνθρωπος, που χωρίς να ξέρει να διαβάζει, γνώριζε όλη την Αγία Γραφή απέξω. Τώρα, πως γινότανε αυτό, δεν ξέρω. Ο πατέρας μου ήταν επίτροπος στην Ορθόδοξη εκκλησία κι εγώ από μικρός ήμουνα παπαδάκι στο ιερό. Αλλά ποτέ δεν πήρα μια απάντηση στα ερωτήματα που είχα σαν παιδί για τον Θεό. Ο παπάς του χωριού ήτανε ένας πραγματικά άγιος άνθρωπος, όμως όποτε τον ρωτούσα για κάποια απορία που είχα, μου έλεγε: “Παιδί μου, αυτά δεν είναι για σένα. Εσύ κοίτα να κάνεις τον σταυρό σου και να είσαι καλός άνθρωπος.” Δεν υπήρχε διδασκαλία λοιπόν στην εκκλησία, όμως αγαπούσαμε τον Θεό, Τον σεβόμασταν, κι όταν καμιά φορά θύμωνε ο πατέρας μου και βλαστήμαγε, εμείς κλαίγαμε. Μετά οι μεγαλύτερες αδελφές μου είχαν έρθει στην Αθήνα, στο Κερατσίνι και ήρθα κι εγώ αργότερα.
Σε τι ηλικία;
Δώδεκα χρονών, μόλις τέλειωσα το Δημοτικό. Δούλεψα σε πάρα πολλές δουλειές, μπογιατζής, καλουπατζής, κτίστης, σοβατζής, σε συνεργείο σε μηχανάκια, σε διάφορα εργοστάσια και καταλήγω τελικά στο Πέραμα, στη ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη, να δουλεύω σαν σωληνουργός πλοίων. Σε ενάμιση χρόνο είχα γίνει “κάλφας,” δεύτερος μάστορας δηλαδή, και μαζί με τον μάστορα μου και έναν ηλεκτροκολητή, αρχίσαμε να παίρνουμε εργολαβίες. Και είχα φθάσει σε ηλικία 19 χρονών, να βγάζω πάρα πολλά χρήματα. Μέχρι που σταμάτησε ο μάστορας να μας δίνει το ποσοστό που έπρεπε κι έφυγα. Λέω όλη αυτή την ιστορία για να φανεί το σχέδιο του Θεού για την ζωή μου. Και καταλήγω τελικά, σε ένα σωληνουργείο στο Κερατσίνι, το οποίο ήταν του αδελφού Στάθη Ζαφείρογλου. Εκεί άκουσα για πρώτη φορά, διαφορετικά πράγματα για τον Χριστό. Ήτανε παράδοξα για μένα, εγώ είχα τις συνήθειες μου, τις παραδόσεις μου, όμως έβλεπα καθημερινά έναν άνθρωπο, για τον οποίο έλεγα ότι αν υπάρχουν πραγματικοί χριστιανοί, είναι ένας από αυτούς. Και μιλάω για τον αδελφό του Στάθη, τον Δημήτρη Ζαφείρογλου που δούλευε κι εκείνος στο σωληνουργείο. (Ο αδελφός Στάθης δεν ήταν τότε ακόμα στην εκκλησία). Εξαιτίας της ομολογίας και της συμπεριφοράς του αδελφού Δημήτρη, σωθήκαμε όχι μόνο εγώ, αλλά και άλλοι που δουλεύαμε τότε μαζί του. Πήγα φαντάρος το 1978 και μετά άρχισα να δουλεύω σαν ελεύθερος τεχνίτης στη ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη.
Σου είχε δώσει ο αδέλφος Δημήτρης κάποια Καινή Διαθήκη;
Μου είχε δώσει αλλά δεν την διάβασα. Κι ενώ έλεγα ότι, αυτός είναι αληθινός χριστιανός εγώ δεν έπαιρνα την απόφαση να ακολουθήσω επειδή δεν ήθελα να “χάσω” την ζωή μου. Κι εννοούσα, να χάσω την αμαρτία από την ζωή μου, γιατί έκανα κι εγώ αυτά που έκαναν οι περισσότεροι νέοι εκείνης της εποχής. Να πάμε στη νύχτα, να πάμε στα μπουζούκια, να κάνουμε διάφορα και δεν μας έμενε στο τέλος ούτε φράγκο. Το 1984 παντρεύτηκα, το 1985 γεννιέται ο πρώτος μου γιός ο Αντρέας και το 1998 ο Βαγγέλης μου. Το 1980 όμως, είχε έρθει ο πρώτος πόνος στην οικογένεια. Πεθαίνει η αδελφή μου, σε ηλικία 29 χρονών, από εγκεφαλικό. Παντρεμένη με δύο μικρά παιδιά. Και λίγα χρόνια μετά, πεθαίνει κι ο άντρας της. Αναλάβαμε μετά εμείς την κηδεμονία των παιδιών, και όλες οι αδελφές μου σταθήκανε από την πρώτη στιγμή, δίπλα, σαν μητέρες. Κι ευχαριστώ τον Θεό για τις αδελφές μου. Για να μην στα πολυλογώ, από το 1980 και ύστερα, πέθαναν 13 άτομα στο άμεσο οικογενειακό μου περιβάλλον. Και ο μέσος όρος ηλικίας ήταν πάρα πολύ χαμηλός, αν εξαιρέσεις τους γονείς μου.
Όλοι αυτοί οι θάνατοι, μέσα σου πως λειτούργησαν;
Εδώ ξεκινάει το έργο του Θεού. Ο Θεός επέτρεψε να περάσω από ένα μεγάλο καμίνι θλίψεως ώστε σε κάποια στιγμή να αρχίσω να Τον εκζητώ. Και φθάνουμε στον Ιανουάριο του 1999 όπου κάθομαι μπροστά στην τηλεόραση και παρακολουθώ μια σειρά, με ήρωα, υποτίθεται έναν άγγελο, ο οποίος ερχότανε στη γη και βοηθούσε τους ανθρώπους. Και λέω τότε μέσα μου: “Θεέ μου, το ξέρω ότι υπάρχεις. Δεν μπορεί όλη αυτή η Δημιουργία να έγινε από μόνη της. Στείλε σε παρακαλώ και σε μένα έναν άγγελο να μου πει τι θα γίνει στη ζωή μου.” Την άλλη μέρα το πρωί, όπως ήμουνα στη δουλειά -είχα πλέον μια δική μου εταιρία με σωληνώσεις πλοίων- ανοίγει η πόρτα και μπαίνει μέσα ο αδελφός Στάθης Ζαφείρογλου. Που είχα να τον δω 15 χρόνια. Χαιρετηθήκαμε και μου λέει: “Δημήτρη, να ξέρεις ότι δεν είμαι όπως με ήξερες παλιά, τώρα ακολουθώ κι εγώ τον Χριστό και πηγαίνω στην εκκλησία που πάει και ο Δημήτρης.” Τον ρώτησα τι κάνει ο Δημήτρης, τον πήραμε εκείνη τη στιγμή τηλέφωνο και μου είπε ο αδελφός: “ξεκίνα να διαβάζεις την Καινή Διαθήκη”. Κι έφυγε μετά ο Στάθης, χωρίς να πάει εμένα το μυαλό μου ότι ήταν ο άγγελος που είχα ζητήσει από τον Κύριο.
Πως είχε βρεθεί εκεί ο αδελφός;
Κάποιον έψαχνε στην περιοχή, όταν είδε την ταμπέλα απέξω από την εταιρία που έγραφε: “Καραΐσκάκης.” Λέει: “έχει γούστο να είναι ο Δημήτρης;” μπήκε μέσα κι έγινε πανηγύρι από την χαρά μας που ξαναβρεθήκαμε. Πέρασαν κάποιοι μήνες, πάω το καλοκαίρι στην Ακράτα, σε ένα εξοχικό που είχαμε, γυρίζω τον Σεπτέμβριο, ανοίγω την τηλεόραση και πέφτω πάλι στην ίδια σειρά, με αυτόν τον άγγελο. Θυμήθηκα αμέσως την προσευχή που είχα κάνει και λέω: “Μήπως αυτός ο άγγελος που ζήτησα, ήτανε ο Στάθης;” Και λέω εκείνη την ώρα: “Είσαι ο Θεός και είσαι Παντοδύναμος, αν ήτανε ο άγγελος σου ο Στάθης, κάνε...” (Ντριιίν, εκείνη την στιγμή χτυπάει το τηλέφωνο) “....να με πάρει τώρα τηλέφωνο.”
Πριν καν ολοκληρώσεις την φράση σου.
Πριν καν ολοκληρώσω την σκέψη μου! Μου λέει ο γιός μου: “Μπαμπά, κάποιος Ζαφείρογλου σε ζητάει.” Πραγματικά κόντεψα να λιποθυμήσω από την συγκίνηση γιατί κατάλαβα ότι: “Εδώ δεν παίζουμε, είναι ο Θεός στη μέση.” Μίλησα και με τον Δημήτρη στο τηλέφωνο, του εξιστόρησα τα γεγονότα στη ζωή μου και αφού μου είπε πάλι να διαβάσω την Καινή Διαθήκη, μου είπε και να ακούσω έναν ραδιοφωνικό σταθμό, τον “Χριστανισμό,” που μιλάει μέσα από τον Λόγο του Θεού. Ήταν τότε στα 93,9 στα FM, τώρα είναι 104,3. Από τότε δεν άλλαξε η βελόνα από αυτή την συχνότητα. Άκουγα πηγαίνοντας στη δουλειά, άκουγα γυρνώντας από τη δουλειά και όλα τα ερωτήματα που είχα για τον Θεό μού τα απαντούσε ο Κύριος μέσα από τις απορίες που είχαν άλλοι ακροατές. Κι ένα Σάββατο, όπως άκουγα τον αδελφό Γιώργο Κοροβέση, κάνει κάποιος ακροατής ερώτηση για την μητέρα του Κυρίου. Και λέω: “Θεέ μου, αν πάρω απάντηση και σε αυτό, σου δίνω τον λόγο μου ότι θα ψάξω να βρω που είναι αυτή η εκκλησία και θα Σε ακολουθήσω.” Ο Κύριος ήξερε ότι πάντα ήθελα να κρατάω τον λόγο μου και το χρησιμοποίησε αυτό και στη συνέχεια. Απάντησε λοιπόν ο αδελφός, με σοφία Θεού, και σε αυτό το ερώτημα κι έπρεπε τώρα να ψάξω να βρω την εκκλησία. Γιατί δεν είχα κρατήσει τα τηλέφωνα, ούτε του Στάθη, ούτε του Δημήτρη. Γυρίζω σπίτι, χτυπάει το τηλέφωνο και μια φωνή μου λέει: “Δημήτρη καλημέρα, είμαι ο Γιώργος ο Μάντζαρης. Ο Δημήτρης Ζαφείρογλου μού είπε να σε πάρω τηλέφωνο γιατί πάμε στην ίδια εκκλησία.” Έπεσα από τα σύννεφα. Με τον αδελφό τον Μάντζαρη, ήμασταν κάποτε συνάδελφοι στο σωληνουργείο του Στάθη, και είχε κι εκείνος την δική του ιστορία, δεν γίνεται να την εξιστορήσουμε τώρα. Άλλωστε είναι πλέον μαζί με τον Κύριο ο αδελφός. Και κανονίζουμε την επόμενη Κυριακή και πηγαίνουμε μαζί στην Ελευθέρα Αποστολική Εκκλησία Πεντηκοστής στη Νίκαια. Την επόμενη Κυριακή πήγαμε στην εκκλησία της Λούτσας γιατί ήθελα να δω τον αδελφό Δημήτρη που ήταν εκεί υπεύθυνος και όταν τέλειωσε η συνάθροιση, μού χάρισε ο αδελφός μια Αγία Γραφή. Και είναι η Γραφή που έχω τώρα μπροστά μου, σημειωμένη και την μελετάω 24 χρόνια. Του είπα ότι θέλω να κοινωνήσω, αλλά μου εξήγησε ότι θα έπρεπε πρώτα να βαπτιστώ και να κόψω το τσιγάρο. Εγώ όμως κάπνιζα 90 τσιγάρα την ημέρα και 50 πούρα την εβδομάδα. Ήταν απίστευτη η κατανάλωση νικοτίνης που έκανα. Και κάπνιζα 27 χρόνια.
Από πόσο μικρός κάπνιζες;
Από 9 χρονών παιδί. Αφού ήμασταν σαν οικογένεια καπνοπαραγωγοί. Θύμωσα λίγο τότε και είπα: “αυτός μιλάει εκ του ασφαλούς, δεν κάπνισε ποτέ.” Η αλήθεια όμως είναι ότι μου άρεσε το κάπνισμα και δεν ήθελα να το κόψω. Την άλλη μέρα, πάω σκεπτικός στη δουλειά, κάθομαι στο γραφείο, δίπλα ήταν και ο συνέταιρος μου και βλέπω τότε μια πνευματική όραση. Την πρώτη, γιατί από τότε έχω δει αρκετές οράσεις. Βλέπω πολλούς ανθρώπους να περιμένουν στην ουρά και ο ένας ήμουν εγώ. Πηγαίναμε μπροστά σε έναν άμβωνα, όπου στέκονταν κάποιος άνθρωπος -ο Κύριος ήταν βέβαια- και σε άλλους έλεγε: “Εύγε δούλε πιστέ κι αγαθέ...” και σε άλλους έλεγε: “Δεν σε γνωρίζω.” Έρχεται και η δική μου σειρά και μου λέει: “Φίλε, δεν σε γνωρίζω.” Με έπιασε κρύος ιδρώτας. (Ο συνέταιρος μού είπε μετά ότι είχα γίνει άσπρος σαν πανί.) Λέω: “Κύριε, ο Δημήτρης είμαι, πως δεν με γνωρίζεις; Σου δίνω τον λόγο μου, δεν θα ξανακάνω κάτι που δεν θέλεις. Ούτε θα ξανακαπνίσω. “ Μου λέει: “Μου δίνεις τον λόγο σου;” Του λέω: “Σου δίνω τον λόγο μου. Μόνο βοήθησε με, γιατί ανθρωπίνως δεν μπορώ να το κάνω αυτό.” Μου λέει: “Ναι Δημήτρη, θα σε βοηθήσω.” Και μου περνάει ένα αγκίστρι από την γλώσσα, λες και ήμουνα ψάρι, κι άρχισα και σπαρτάραγα. Εκείνη την ώρα τρώω ένα χαστούκι από τον συνέταιρο και συνέρχομαι. Μου λέει: “Δημήτρη, τι έπαθες;” Του λέω: “Άσε τι έπαθα. Έδωσα τον λόγο μου στον Χριστό ότι δεν θα ξανακαπνίσω.” Ευχαριστώ τον Θεό, από εκείνη την μέρα δεν ξανακάπνισα. Την επόμενη Κυριακή ήμουνα ήδη μια εβδομάδα χωρίς τσιγάρο και ήθελα να πάρω κοινωνία. Και όπως ήμουν στην εκκλησία όρθιος και περίμενα να περάσει ο δίσκος με τον άρτο σηκώνεται μια προφητεία και λέει ο Κύριος: “Υιέ μου ταύτη την ώρα Εγώ σε πλένω και σε καθαρίζω...” Και βλέπω (πάλι σε όραση) ένα φως να κατεβαίνει από το κεφάλι μου, μέχρι τα πόδια μου κι όπως ήμουν μέσα μου κατάμαυρος να με καθαρίζει και να με κάνει αστραφτερό σαν διαμάντι. Και ακριβώς, μόλις τελείωσε η όραση, είδα τον πρεσβύτερο να είναι δίπλα μου κι άπλωσα το χέρι και πήρα κοινωνία.
Στο νερό πότε βαπτίστηκες;
Την πρώτη Δεκεμβρίου του 1999 βαπτίστηκα στο νερό. Αν και πήγαινα στη Νίκαια, βαπτίστηκα στην εκκλησία της Λούτσας γιατί ήθελα να τιμήσω έτσι τον αδελφό Δημήτρη που μου είχε μιλήσει για τον Κύριο. Και μετά από τέσσερα χρόνια έλαβα το Πνεύμα το Άγιο. Δούλευα τότε στη Σύρο κι ερχόμενος σπίτι μου από τον Πειραιά, όπως προσευχόμουνα, άρχισα να γλωσσολαλώ. Μόνο δύο-τρείς λέξεις. Κι από τότε, όποτε προσευχόμουνα συνέβαινε το ίδιο. Είχα όμως αμφιβολίες κι ένα βράδυ το συζήτησα με τον ποιμένα της εκκλησίας στη Σύρο. Του λέω: “Αν είναι αυτό το Πνεύμα το Άγιο, που είναι η δύναμη, που είναι οι πολλές γλώσσες που έλαβαν άλλοι;” Μου λέει: “Μείνε στη προσευχή και θα γίνουν όλα.” Και πράγματι έμεινα στα γόνατα και ήρθε το Πνεύμα το Άγιο σαν χείμαρρος μέσα μου και με πλημμύρησε. Στη Σύρο κάθισα συνολικά 18 μήνες γιατί φτιάχναμε εκεί κάτι σούπερ γιότς. Κι ενώ είχαμε πάρα πολύ δουλειά, ξαφνικά σκοτώνουνε τον εφοπλιστή, που ήταν ο βασικός πελάτης, και η εταιρία πτώχευσε. Μας χρωστάγανε πολλά χρήματα και τα χάσαμε όλα. Ήταν δύσκολη τότε η κατάσταση κι αποφασίσαμε με την γυναίκα μου να πάμε στη Κρήτη. Βρέθηκε εκεί ένα μηχανουργείο, που φαινότανε ευκαιρία και χωρίς να ρωτήσουμε, ούτε τον Θεό ούτε κανέναν, αποφασίσαμε να φύγουμε. Κι έρχεται ο Σεπτέμβρης του 2013 που μαθαίνω ένα πρωί ότι δολοφόνησαν στο Κερατσίνι τον ανιψιό μου τον Παύλο. Ένα γεγονός που συγκλόνισε όλη την οικογένεια μας.
Και όλη την Ελλάδα.
Πράγματι. Και ο γιός μου ο Βαγγέλης επηρεάστηκε πάρα πολύ, γιατί ήταν με τον Παύλο πολύ δεμένοι. Εντωμεταξύ ενώ στην αρχή πήγαινε καλά το μηχανουργείο, μετά αρχίσανε πολλές δυσκολίες και οικονομικά προβλήματα. Έβλεπα την γυναίκα μου σκεπτική, ανεβοκατέβαινε συνέχεια στην Αθήνα, στους δικούς της, και τον Φεβρουάριο του 2014 μού ανακοίνωσε ότι θέλει να χωρίσουμε. Κι αυτό το γεγονός είχε μεγάλο αντίκτυπο στον Βαγγέλη κι ενώ ήταν άριστος μαθητής και άριστος αθλητής, με πολλές επιτυχίες στους δρόμους ταχύτητας, μετά τα παράτησε όλα. Αργότερα έμπλεξε με μια κοπέλα και όταν του είπε να χωρίσουν, έκανε κάποιες απόπειρες. Στην μια, που έπεσε από τον τρίτο όροφο τον έσωσε θαυμαστά ο Κύριος, καθώς βρήκε όπως έπεφτε σε ένα σίδερο και πιάστηκε από εκεί. Εγώ εκείνη την εποχή είχα παγώσει πνευματικά, απομακρύνθηκα δυστυχώς από την εκκλησία και βρέθηκα για τρία χρόνια στην “έρημο”. Θέλω να το τονίσεις, ότι έκανα λάθος, φοβερό λάθος. Ευχαριστώ όμως τον Θεό γιατί ποτέ δεν αρνήθηκα τον Κύριο, ποτέ δεν σταμάτησα να προσεύχομαι και ποτέ δεν είπα ότι αυτή η εκκλησία δεν είναι η εκκλησία του Χριστού. Κάποια στιγμή παθαίνω ένα εγκεφαλικό, πάω στο νοσοκομείο κι όταν μου εξήγησε ο γιατρός από τι γλύτωσα λέω: “Θεέ μου σε ευχαριστώ, πάλι με φύλαξες.” Είχα παρατήσει το ζάχαρο μου, δεν έπαιρνα κανένα χάπι και ήμουν έτοιμος να πέσω σε κόμμα. Με ρυθμίσανε, πήγα σπίτι και κατάλαβα ότι πρέπει να γονατίσω και να προσευχηθώ. Και είπα: “Κύριε, θέλω να επιστρέψω.” Ευχαριστώ τον Θεό, από τότε είμαι στην εκκλησία της Νίκαιας και περπατάω μαζί με τον Κύριο και όλα τα αδέλφια. Θέλω να κλείσω με ένα εδάφιο από το βιβλίο του προφήτη Αββακούμ: “Αν και η συκή δεν θέλει βλαστήσει, μηδέ θέλει είσθαι καρπός εν ταις αμπέλοις· ο κόπος της ελαίας θέλει ματαιωθή, και οι αγροί δεν θέλουσι δώσει τροφήν· το ποίμνιον θέλει εξολοθρευθή από της μάνδρας, και δεν θέλουσιν είσθαι βόες εν τοις σταύλοις· εγώ όμως θέλω ευφραίνεσθαι εις τον Κύριον, θέλω χαίρει εις τον Θεόν της σωτηρίας μου.” Ζούσα κάποτε μια πλούσια ζωή, είχα ένα πολύ καλό σπίτι, δεν στερούμουν τίποτε, όλα αυτά ο Κύριος επέτρεψε τώρα να μην υπάρχουνε. Και το κυριότερο, επέτρεψε να χάσω την παρηγοριά μου που ήταν ο Βαγγέλης. Έφυγε από ισχαιμικό επεισόδιο πολύ νέος, 24 χρονών, πιστεύω όμως ότι ο Κύριος τον πήρε για να τον σώσει. Μου έχει μιλήσει τέσσερις φορές και μου έχει πει ότι τον έχει κοντά Του. Εγώ φοβόμουνα ότι το παιδί δεν έχει σωθεί γιατί ήταν έξω από την εκκλησία εκείνη την εποχή, όμως η αγάπη του Θεού είναι κάτι τελείως διαφορετικό από αυτό που έχουμε εμείς στο μυαλό μας. Και αυτό που ζητάω τώρα, είναι να με πάρει ο Κύριος στον τόπο που βρίσκεται, να τον δω εκεί και να αναπαυτεί η καρδιά μου. Να μην έχω καθόλου θλίψη, αλλά να σκιρτάω από χαρά, ότι ο στόχος επετεύχθη και ο γιός μου είναι στον Ουρανό. Γιατί αυτός είναι ο στόχος της ζωής του ανθρώπου, δεν υπάρχει τίποτε σημαντικότερο.