Skip to main content
play button christianity Ακούστε  |  48kbps  |  96kbps  |
on air christianity
Χωρίς πληροφορίες...

spanish flag      greek flag


Έχει ο αθεϊσμός απαντήσεις; (Μέρος 3ο)

Πολύ συχνά, η άποψη ότι η ύπαρξη ζώντων οργανισμών πάνω στη Γη έχει ως αιτία της τον Θεό, ακούγεται αφελής, αναχρονιστική και αντιεπιστημονική. Τι απάντηση όμως έχει να δώσει στο ερώτημα της εμφάνισης της ζωής μια αθεϊστική θεώρηση του κόσμου;

Πολύ συχνά, η άποψη ότι η ύπαρξη ζώντων οργανισμών πάνω στη Γη έχει ως αιτία της τον Θεό, ακούγεται αφελής, αναχρονιστική και αντιεπιστημονική. Τι απάντηση όμως έχει να δώσει στο ερώτημα της εμφάνισης της ζωής μια αθεϊστική θεώρηση του κόσμου;

Είναι γνωστή η θεωρία της Αβιογένεσης, σύμφωνα με την οποία είναι δυνατόν να δημιουργηθεί ζωή από άβια χημικά συστατικά. Η απλή παρατήρηση της εμφάνισης εντόμων ή σκουληκιών σε οργανική ύλη που βρίσκεται σε αποσύνθεση (π.χ. σάπιο κρέας) φαινόταν να ενισχύει την άποψη αυτή μέχρι το 19ο αιώνα, οπότε ο Λουί Παστέρ το 1861, με τα γνωστά πειράματά του, απέδειξε ότι η εμφάνιση τέτοιων ζωυφίων δεν οφείλεται σε αυτόματη γένεση αλλά σε αυγά που έχουν πρωτύτερα εναποτεθεί από μικροοργανισμούς και διατύπωσε την Αρχή της Βιογένεσης: κάθε ζωή προέρχεται από ζωή.

Για την αντιμετώπιση του προβλήματος για το πώς τελικά δημιουργήθηκε το πρώτο ζωντανό κύτταρο, ο Ρώσος βιοχημικός Αλεξάντερ Οπάριν πρότεινε το 1924 την άποψη ότι η ζωή προέκυψε τυχαία από χημικές αντιδράσεις στους θερμούς πρωτόγονους ωκεανούς (αρχέγονη σούπα), δεδομένου ότι η ατμόσφαιρα θα έπρεπε να είναι πλούσια σε αμμωνία, μεθάνιο και υδρογόνο. Πηγές ενέργειας, όπως η θερμότητα από τα ηφαίστεια και τις αστραπές, έδρασαν πάνω σε ενώσεις του άνθρακα, μετατρέποντάς τις σε πολυπλοκότερες. Σε μια προσπάθεια επαλήθευσης αυτής της θεωρίας, ο Στάνλεϊ Μίλλερ, το 1953, διεξήγαγε μία σειρά πειραμάτων από τα οποία προέκυψαν ορισμένα αμινοξέα τα οποία όμως ποτέ δεν θα μπορούσαν αυθόρμητα να σχηματίσουν πρωτεΐνες που είναι τα δομικά συστατικά των κυττάρων. Μεταγενέστερες επαναλήψεις τέτοιων πειραμάτων, επαλήθευαν συστηματικά αυτό το αδιέξοδο.

Εναλλακτικά προτείνεται ότι η ζωή θα μπορούσε να είχε εμφανιστεί στη Γη προερχόμενη από άλλους πλανήτες. Η άποψη όμως αυτή δεν λύνει το γενικό πρόβλημα της εμφάνισης της ζωής, απλώς το μεταθέτει αλλού. Στην πραγματικότητα, εδώ τα προβλήματα είναι πολύ περισσότερα καθώς ο φορέας κάποιου είδους μικροβιακής ζωής (π.χ. μετεωρίτης) θα ήταν πρακτικά αδύνατον να συντηρήσει το πολύτιμο φορτίο μέσα από τις εξαιρετικά αντίξοες συνθήκες ενός διαστημικού ταξιδιού και μιας πρόσκρουσης σε άλλο πλανήτη. Η ιδέα της εξωγήινης προέλευσης της ζωής, ακόμη και με την παρέμβαση κάποιων νοήμονων όντων, στερείται οποιασδήποτε ένδειξης, όπως και η ύπαρξη ζωής οπουδήποτε αλλού στο σύμπαν.

Διαπιστώνουμε λοιπόν ότι η αθεϊστική θεώρηση του κόσμου αδυνατεί να απαντήσει στο ερώτημα της εμφάνισης της ζωής. Από την άλλη πλευρά, η πίστη σε ένα Θεό-Δημιουργό μπορεί να στηριχτεί επιστημονικά ή τα νεότερα δεδομένα την καταρρίπτουν; Η Μοριακή Βιολογία φανερώνει ολοένα και περισσότερο την πολυπλοκότητα των κυτταρικών μηχανισμών, σε βαθμό να καθίσταται αδύνατη η αυτόματη δημιουργία ακόμα και του απλούστερου κυττάρου το οποίο κατά γενική ομολογία είναι πολυπλοκότερο κι από ένα διαστημόπλοιο. Από άλλη σκοπιά, η Κοσμολογία διαπιστώνει ολοένα και περισσότερο πόσο «καλοκουρδισμένο» είναι το σύμπαν ώστε ο συσχετισμός των θεμελιωδών δυνάμεων και οι κοσμολογικές παράμετροι που αναφέρονται από τη δομή των στοιχειωδών σωματιδίων μέχρι τις συγκυρίες σε πλανητικό και γαλαξιακό επίπεδο, οδήγησαν τους επιφανείς Βρεταννούς αστρονόμους και συγγραφείς S. M. Rees και J. Gribbin να διατυπώσουν την άποψη ότι το σύμπαν είναι «κομμένο και ραμμένο στα μέτρα του ανθρώπου». Ο δε επινοητής του όρου «Μεγάλη Έκρηξη», Sir Fred Hoyle, ομολογεί ότι «τίποτα δεν απείλησε τον αθεϊσμό μου περισσότερο από αυτή την ανακάλυψη».

Είναι λοιπόν προφανής η πειστικότητα των ενδείξεων της μιας άποψης έναντι της απουσίας οποιασδήποτε ένδειξης της άλλης άποψης. Ζωή προέρχεται μόνο από ζωή:

«Εν αρχή ήτο ο Λόγος, και ο Λόγος ήτο παρά τω Θεώ, και Θεός ήτο ο Λόγος [...] Πάντα δι’ αυτού έγειναν, και χωρίς αυτού δεν έγεινεν ουδέ εν, το οποίον έγεινεν. Εν αυτώ ήτο ζωή, και η ζωή ήτο το φως των ανθρώπων» (Ιωάν. α’ 1,3,4)